αλίχνιστος: Difference between revisions
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong
(2) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο<br />(για [[σιτηρά]] και, γενικά, [[δημητριακά]] που έχουν θεριστεί) αυτός που δεν λιχνίστηκε, δεν αποχωρίστηκε με [[λίχνισμα]] από τα άχυρα.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=-η, -ο<br />(για [[σιτηρά]] και, γενικά, [[δημητριακά]] που έχουν θεριστεί) αυτός που δεν λιχνίστηκε, δεν αποχωρίστηκε με [[λίχνισμα]] από τα άχυρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> <i>λιχνιστός</i> <span style="color: red;"><</span> [[λιχνίζω]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 23:00, 29 December 2020
Greek Monolingual
-η, -ο
(για σιτηρά και, γενικά, δημητριακά που έχουν θεριστεί) αυτός που δεν λιχνίστηκε, δεν αποχωρίστηκε με λίχνισμα από τα άχυρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < α- στερητ. + λιχνιστός < λιχνίζω].