Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ημικρανία: Difference between revisions

From LSJ

Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 540
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἡμικρανία]])<br />[[σφοδρός]] [[πονοκέφαλος]] που προσβάλλει το ένα πλάγιο του κεφαλιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[κρανία]] (<span style="color: red;"><</span> [[κρανίον]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ετερο</i>-[[κρανία]], <i>κατα</i>-[[κρανία]].
|mltxt=η (AM [[ἡμικρανία]])<br />[[σφοδρός]] [[πονοκέφαλος]] που προσβάλλει το ένα πλάγιο του κεφαλιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[κρανία]] (<span style="color: red;"><</span> [[κρανίον]]), [[πρβλ]]. <i>ετερο</i>-[[κρανία]], <i>κατα</i>-[[κρανία]].
}}
}}

Revision as of 09:25, 23 August 2021

Greek Monolingual

η (AM ἡμικρανία)
σφοδρός πονοκέφαλος που προσβάλλει το ένα πλάγιο του κεφαλιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -κρανία (< κρανίον), πρβλ. ετερο-κρανία, κατα-κρανία.