κοραλλιόριζα: Difference between revisions

From LSJ

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
(21)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και κοραλλόριζα, η<br /><b>βοτ.</b> [[γένος]] αγγειόσπερμων μονοκοτυλήδονων [[φυτών]], που [[είναι]] σαπρόφυτα με υποκίτρινο βλαστό, απαντούν στα δάση [[πάνω]] στις ρίζες της οξιάς ή σε [[ξερά]] φύλλα και ανήκουν στην [[οικογένεια]] [[ορχιδίδες]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>coralliorhiza</i> <span style="color: red;"><</span> <i>corallio</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>κοράλλιο</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>rhiza</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[ρίζα]])].
|mltxt=και κοραλλόριζα, η<br /><b>βοτ.</b> [[γένος]] αγγειόσπερμων μονοκοτυλήδονων [[φυτών]], που [[είναι]] σαπρόφυτα με υποκίτρινο βλαστό, απαντούν στα δάση [[πάνω]] στις ρίζες της οξιάς ή σε [[ξερά]] φύλλα και ανήκουν στην [[οικογένεια]] [[ορχιδίδες]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>coralliorhiza</i> <span style="color: red;"><</span> <i>corallio</i>- ([[πρβλ]]. <i>κοράλλιο</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>rhiza</i> ([[πρβλ]]. [[ρίζα]])].
}}
}}

Latest revision as of 13:45, 23 August 2021

Greek Monolingual

και κοραλλόριζα, η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκοτυλήδονων φυτών, που είναι σαπρόφυτα με υποκίτρινο βλαστό, απαντούν στα δάση πάνω στις ρίζες της οξιάς ή σε ξερά φύλλα και ανήκουν στην οικογένεια ορχιδίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. coralliorhiza < corallio- (πρβλ. κοράλλιο) + -rhiza (πρβλ. ρίζα)].