μεταχείριος: Difference between revisions

m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεταχείριος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται στα χέρια ή [[μεταξύ]] τών χεριών<br /><b>2.</b> ο [[πάνω]] στα χέρια («χέων μεταχείριον [[ὕδωρ]]», <b>Νόνν.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που βρίσκεται στην [[εξουσία]] κάποιου, [[υποχείριος]], [[δούλος]], [[σκλάβος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. «εκ συναρπαγής» από τη φρ. [[μετά]] χειρός</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[καταχείριος]], [[υποχείριος]]].
|mltxt=[[μεταχείριος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται στα χέρια ή [[μεταξύ]] τών χεριών<br /><b>2.</b> ο [[πάνω]] στα χέρια («χέων μεταχείριον [[ὕδωρ]]», <b>Νόνν.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που βρίσκεται στην [[εξουσία]] κάποιου, [[υποχείριος]], [[δούλος]], [[σκλάβος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. «εκ συναρπαγής» από τη φρ. [[μετά]] χειρός</i> ([[πρβλ]]. [[καταχείριος]], [[υποχείριος]]].
}}
}}