3,273,748
edits
(47c) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ΝΜ<br /><b>επίρρ.</b> [[χωριστά]], ξεχωριστά<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εκτός]] από («[[χώρια]] την [[κούραση]], ξόδεψα και [[πολλά]] χρήματα»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[χώρια]] τα καλοκαίρια» (με σκωπτική σημ.) λέγεται για όσους κρύβουν την [[ηλικία]] τους<br />β) «[[χώρια]] τα τσανάκια μας» — ζούμε ή εργαζόμαστε ή, γενικά, κάνουμε [[κάτι]] [[χωριστά]]<br />γ) «[[μαζί]] μιλάμε, [[χώρια]] καταλαβαίνουμε» — <b>βλ.</b> [[καταλαβαίνω]]<br /><b>3.</b> <b>παροιμ.</b> «όλοι [[αντάμα]] κι ο [[ψωριάρης]] [[χώρια]]» — λέγεται για κάποιον που, ενώ παρευρίσκεται σε μια [[εκδήλωση]], δεν συμμετέχει ενεργά σ' αυτήν ή και τήν αντιστρατεύεται.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[χωρίς]], [[κατά]] τα επιρρ. σε -<i>α</i> ( | |mltxt=ΝΜ<br /><b>επίρρ.</b> [[χωριστά]], ξεχωριστά<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εκτός]] από («[[χώρια]] την [[κούραση]], ξόδεψα και [[πολλά]] χρήματα»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[χώρια]] τα καλοκαίρια» (με σκωπτική σημ.) λέγεται για όσους κρύβουν την [[ηλικία]] τους<br />β) «[[χώρια]] τα τσανάκια μας» — ζούμε ή εργαζόμαστε ή, γενικά, κάνουμε [[κάτι]] [[χωριστά]]<br />γ) «[[μαζί]] μιλάμε, [[χώρια]] καταλαβαίνουμε» — <b>βλ.</b> [[καταλαβαίνω]]<br /><b>3.</b> <b>παροιμ.</b> «όλοι [[αντάμα]] κι ο [[ψωριάρης]] [[χώρια]]» — λέγεται για κάποιον που, ενώ παρευρίσκεται σε μια [[εκδήλωση]], δεν συμμετέχει ενεργά σ' αυτήν ή και τήν αντιστρατεύεται.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[χωρίς]], [[κατά]] τα επιρρ. σε -<i>α</i> ([[πρβλ]]. [[αντάμα]])]. | ||
}} | }} |