συνεξηγούμαι: Difference between revisions

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
(39)
m (Text replacement - "δεῑ" to "δεῖ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-έομαι, Α<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ [[γένος]] ἡ δεῑξις», Απολλ. Δύσκ.).
|mltxt=-έομαι, Α<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ [[γένος]] ἡ δεῖξις», Απολλ. Δύσκ.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-έομαι, Α<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ [[γένος]] ἡ δεῑξις», Απολλ. Δύσκ.).
|mltxt=-έομαι, Α<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ [[γένος]] ἡ δεῖξις», Απολλ. Δύσκ.).
}}
}}

Revision as of 08:50, 27 May 2022

Greek Monolingual

-έομαι, Α
ερμηνεύω, εξηγώ εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ γένος ἡ δεῖξις», Απολλ. Δύσκ.).

Greek Monolingual

-έομαι, Α
ερμηνεύω, εξηγώ εκ παραλλήλου («συνεξηγούμενον γὰρ ἔχει τὸ γένος ἡ δεῖξις», Απολλ. Δύσκ.).