καλώδιο: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῑς" to "οῖς"
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "οῑς" to "οῖς")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (AM [[καλῴδιον]])<br />[[σχοινί]] μέτριου πάχους, [[μικρός]] [[κάλως]], [[παλαμάρι]] («καλῳδίῳ ἐν ἀσκοῑς ἐφέλκοντες μήκωνα μεμελιτωμένην», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (ηλεκτρολ.-τηλεπικ.) [[αγωγός]] ή [[σύνολο]] αγωγών, με ή [[χωρίς]] [[μόνωση]], που εξυπηρετεί τη [[μεταφορά]] ηλεκτρικής ενέργειας ή τη [[μετάδοση]] τηλεπικοινωνιακών σημάτων και που μπορεί να αποτελείται από έναν (μονόκλωνο) ή περισσότερους κλώνους (πολύκλωνο)<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>καλώδια</i><br />όλα τα [[σχοινιά]] που χρησιμοποιούνται για τον χειρισμό τών ιστίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάλως]], <i>ὁ</i> «χοντρό [[σχοινί]]» <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. <i>ζω</i>-[[ίδιον]] > [[ζῴδιον]])].
|mltxt=το (AM [[καλῴδιον]])<br />[[σχοινί]] μέτριου πάχους, [[μικρός]] [[κάλως]], [[παλαμάρι]] («καλῳδίῳ ἐν ἀσκοῖς ἐφέλκοντες μήκωνα μεμελιτωμένην», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (ηλεκτρολ.-τηλεπικ.) [[αγωγός]] ή [[σύνολο]] αγωγών, με ή [[χωρίς]] [[μόνωση]], που εξυπηρετεί τη [[μεταφορά]] ηλεκτρικής ενέργειας ή τη [[μετάδοση]] τηλεπικοινωνιακών σημάτων και που μπορεί να αποτελείται από έναν (μονόκλωνο) ή περισσότερους κλώνους (πολύκλωνο)<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>καλώδια</i><br />όλα τα [[σχοινιά]] που χρησιμοποιούνται για τον χειρισμό τών ιστίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάλως]], <i>ὁ</i> «χοντρό [[σχοινί]]» <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. <i>ζω</i>-[[ίδιον]] > [[ζῴδιον]])].
}}
}}