σχηματισμός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
mNo edit summary
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1055.png Seite 1055]] ὁ, Gestalt, Haltung, Gebehrde; σώματος, Plat. Rep. IV, 425 b; προσώπου, D. Hal. de vi Dem. 54; das Annehmen einer Gestalt, Haltung, Prunken, καὶ [[φρόνημα]] κενόν, Plat. Rep. IV, 494 d; αὐλῆς, Plat. Dio 13; dah. auch Verstellung, Plut. Num. 8, oft, u. a. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1055.png Seite 1055]] ὁ, Gestalt, Haltung, Gebehrde; σώματος, Plat. Rep. IV, 425 b; προσώπου, D. Hal. de vi Dem. 54; das Annehmen einer Gestalt, Haltung, Prunken, καὶ [[φρόνημα]] κενόν, Plat. Rep. IV, 494 d; αὐλῆς, Plat. Dio 13; dah. auch Verstellung, Plut. Num. 8, oft, u. a. Sp.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>I.</b> action de façonner, de composer (son visage, <i>etc.</i>);<br /><b>II.</b> extérieur, air, forme, figure ; <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> air hautain, orgueil;<br /><b>2</b> appareil imposant, faste;<br /><b>3</b> feinte, dissimulation, apparence.<br />'''Étymologie:''' [[σχηματίζω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σχημᾰτισμός''': ὁ, τὸ λαμβάνειν σχῆμά τι ἢ μορφήν, ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχ. Πλάτ. Πολ. 425Β. πρβλ. Πλουτ. Δημοσθ. 10, Νουμ. 8, Δίωνα 13· σχηματισμοὶ προσώπου, αἱ ποικίλαι ἐκφράσεις [[αὐτοῦ]], Διον. Ἁλ. π. Δημ. 54· τοῦ τε προσώπου καὶ τῶν χειρῶν Πλούτ. 2. 1017Α. 2) ἐπὶ κακῆς σημασίας, [[τρόπος]] προσπεποιημένος, σχηματισμοῦ καὶ φρονήματος κενοῦ... ἐμπιπλάμενος Πλάτ. Πολ. 494D· ― [[καθόλου]], [[μίμησις]] ἐκείνου [[ὅπερ]] δὲ ἔχει τις, [[προσποίησις]], [[ὑπόκρισις]], Πλουτ. Νικ. 3, Ἄρατ. 49, κλπ. ΙΙ. σχετικὴ [[θέσις]] ἢ ἄποψις, τῆς σελήνης Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 14, 17· τοῦ στόματος ὁ αὐτ. π. Ἀκουστ. 4· ἐπὶ γλώσσης ὁ ποιητικὸς σχ. Ἀθην. 490D.
|lstext='''σχημᾰτισμός''': ὁ, τὸ λαμβάνειν σχῆμά τι ἢ μορφήν, ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχ. Πλάτ. Πολ. 425Β. πρβλ. Πλουτ. Δημοσθ. 10, Νουμ. 8, Δίωνα 13· σχηματισμοὶ προσώπου, αἱ ποικίλαι ἐκφράσεις [[αὐτοῦ]], Διον. Ἁλ. π. Δημ. 54· τοῦ τε προσώπου καὶ τῶν χειρῶν Πλούτ. 2. 1017Α. 2) ἐπὶ κακῆς σημασίας, [[τρόπος]] προσπεποιημένος, σχηματισμοῦ καὶ φρονήματος κενοῦ... ἐμπιπλάμενος Πλάτ. Πολ. 494D· ― [[καθόλου]], [[μίμησις]] ἐκείνου [[ὅπερ]] δὲ ἔχει τις, [[προσποίησις]], [[ὑπόκρισις]], Πλουτ. Νικ. 3, Ἄρατ. 49, κλπ. ΙΙ. σχετικὴ [[θέσις]] ἢ ἄποψις, τῆς σελήνης Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 14, 17· τοῦ στόματος ὁ αὐτ. π. Ἀκουστ. 4· ἐπὶ γλώσσης ὁ ποιητικὸς σχ. Ἀθην. 490D.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>I.</b> action de façonner, de composer (son visage, <i>etc.</i>);<br /><b>II.</b> extérieur, air, forme, figure ; <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> air hautain, orgueil;<br /><b>2</b> appareil imposant, faste;<br /><b>3</b> feinte, dissimulation, apparence.<br />'''Étymologie:''' [[σχηματίζω]].
}}
}}
{{grml
{{grml