ὑποτίθημι: Difference between revisions

m
no edit summary
m (Text replacement - "down" to "down")
mNo edit summary
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υποτίθεμαι]].
|mltxt=[[ὑποτίθεμαι]] ΝΜΑ, και ενεργ. τ. [[ὑποτίθημι]] ΜΑ [[τίθημι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(γ' εν. πρόσ. παθ. ενεστ.) <i>υποτίθεται</i><br />τίθεται ως [[προϋπόθεση]] ή θεωρείται πιθανό (α. «υποτίθεται ότι στο [[σκάνδαλο]] [[είναι]] αναμεμιγμένοι και [[υψηλά]] ιστάμενοι» β. «[[αφού]] ζει σε τέτοια [[πολυτέλεια]], υποτίθεται ότι έχει μεγάλο [[εισόδημα]]»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>ὑποτίθεμαι</i><br /><b>1.</b> [[υποδεικνύω]] σε κάποιον [[κάτι]], [[συμβουλεύω]] (α. «βουλὴν δ' Ἀργείοις ὑποθησόμεθα», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «ταῦτα ὑποτιθέμενος τοῖς ἀδελφοῖς καλὸς ἔσῃ [[διάκονος]]... Χριστοῦ», ΚΔ.)<br /><b>2.</b> [[διατάσσω]] (α. «ταῦτα... ὑποθέμενος ὁ Δαρεῖος», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «τῆς βασιλείας μου... ὑποθεμένης ποιεῖσθαι τὴν συμπλοκήν», Νικ. Χων.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>ενεργ.</b> [[ὑποτίθημι]]<br />α) [[τοποθετώ]] [[αποκάτω]] («χρύσεα δὲ σφ' ὑπὸ κύκλα ἑκάστῳ πυθμένι θῆκεν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />β) [[θέτω]] ανθρώπους ή [[χώρα]] [[κάτω]] από την [[εξουσία]] κάποιου («ὑποχειρίους τοῖς ἐχθροῖς ὑπέθεσαν τὰς αὐτῶν πατρίδας», <b>Πλάτ.</b>)<br />γ) [[κατατάσσω]] σε μια [[κατηγορία]] («γυμναστικῇ καὶ ἰατρικῇ... πᾶν ὑποθέντες», <b>Πλάτ.</b>)<br />δ) [[υποθέτω]], [[θέτω]] [[κάτι]] ως δεδομένο, ως [[βάση]] για [[συναγωγή]] συμπεράσματος («ὑποτιθέναι τι [[τρίτον]] [[ὥσπερ]] φασὶν οἱ μίαν τινὰ φύσιν [[εἶναι]] λέγοντες τὸ πᾶν», <b>Αριστοτ.</b>)<br />ε) [[προβάλλω]] ή [[κρατώ]] [[αποκάτω]] («ὑποθεὶς δὲ τὴν σάρισσαν αὐτόν τε διαπείρει καὶ τὸν ἵππον», <b>Λουκιαν.</b>)<br />στ) [[προβάλλω]], [[παρουσιάζω]] («ἐλπίδα ὑπετίθει αὑτῷ δουλώσειν», <b>Θουκ.</b>)<br />ζ) [[καταθέτω]] ως [[ενέχυρο]], ως [[εγγύηση]] («τὴν οἰκίαν... ὑπέθηκε», Ισοκρ.)<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> α) [[φορώ]] στα πόδια μου, [[βάζω]] τα παπούτσια μου («τὰ ὑποδήματα τοιαῡτα ἔχουσιν... καὶ ὑποτιθεμένοις τι», <b>Ξεν.</b>)<br />β) [[δέχομαι]] ως [[αρχή]], [[θεωρώ]] δεδομένο («ταύτην... πυρὸς ἀρχὴν... ὑποτιθέμεθα», <b>Πλάτ.</b>)<br />γ) (σχετικά με [[λόγια]] ή επιστολές) [[μεταδίδω]], [[ανακοινώνω]] («λόγον τινα πρέποντα τοῖς βουλήμασιν ὑποθέσθαι», <b>Πλάτ.</b>)<br />δ) [[προβάλλω]] («ἕνα τοῦτον ὑποθέμενος τὸν σκοπόν», <b>Λουκιαν.</b>)<br />ε) [[δίνω]] [[δάνειο]] με [[υποθήκη]] («ἐκέλευον αὐτόν μοι δανεῖσαι ὑποθέμενον τὰ σκεύη τῆς [[νεώς]]», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ὑποτίθημι]] εἰς κίνδυνον [ή τὸν κίνδυνον ή τὸν τράχηλον ή τὴν ψυχήν]» — [[διακινδυνεύω]] τη ζωή μου<br />β) «ὑποθέσθαι [[ὑπέρ]] τινος» [[ασχολούμαι]] με [[κάτι]] <b>(Ισοκρ.)</b>.
}}
}}
{{lsm
{{lsm