επιμαστίδιος: Difference between revisions

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιμαστίδιος]], -ον (Α)<br />(για [[βρέφος]]) αυτός που θηλάζει [[ακόμη]] («ὃν ἔλιπον ἐπιμαστίδιον ἔτι [[βρέφος]]», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>μαστίδιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαστός]]), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει ([[πρβλ]]. <i>υπο</i>-<i>μαστίδιος</i>)].
|mltxt=[[ἐπιμαστίδιος]], -ον (Α)<br />(για [[βρέφος]]) αυτός που θηλάζει [[ακόμη]] («ὃν ἔλιπον ἐπιμαστίδιον ἔτι [[βρέφος]]», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>μαστίδιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαστός]]), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει ([[πρβλ]]. [[υπομαστίδιος]])].
}}
}}

Latest revision as of 06:50, 13 May 2023

Greek Monolingual

ἐπιμαστίδιος, -ον (Α)
(για βρέφος) αυτός που θηλάζει ακόμη («ὃν ἔλιπον ἐπιμαστίδιον ἔτι βρέφος», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + -μαστίδιος (< μαστός), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. υπομαστίδιος)].