3,277,172
edits
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ὀστρύα]] και ὀστρύη και ὀστρυΐς και [[ὄστρυς]])<br />[[γένος]] δένδρων με σκληρό [[ξύλο]], το οποίο, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] βετουλίδες και περιλαμβάνει 7 είδη, γνωστά [[σήμερα]] με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[οστρυά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζεται με [[τρεις]] διαφορετικές καταλήξεις: <i>ὀστρ</i>-<i>ύα</i> ([[πρβλ]]. [[ὀξύα]]), <i>ὀστρυΐς</i>, - | |mltxt=η (Α [[ὀστρύα]] και ὀστρύη και ὀστρυΐς και [[ὄστρυς]])<br />[[γένος]] δένδρων με σκληρό [[ξύλο]], το οποίο, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[οικογένεια]] βετουλίδες και περιλαμβάνει 7 είδη, γνωστά [[σήμερα]] με την [[κοινή]] [[ονομασία]] [[οστρυά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζεται με [[τρεις]] διαφορετικές καταλήξεις: <i>ὀστρ</i>-<i>ύα</i> ([[πρβλ]]. [[ὀξύα]]), <i>ὀστρυΐς</i>, -ίδος με [[επίθημα]] -<i>ιδ</i>-, πιθ. δευτερογενές, και [[ὄστρυς]] (<b>πρβλ.</b> [[σίκυς]]). Πολλοί εντάσσουν τη λ. [[ὄστρυς]], όπως και τη λ. [[σίκυς]], σε μια [[σειρά]] δάνειων λέξων]. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym |