περιγίγνομαι: Difference between revisions

6_23
(13_7_2)
(6_23)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0571.png Seite 571]] ion. u. spätere Form -[[γίνομαι]] (s. [[γίγνομαι]]), – 1) darüber werden, -kommen, <b class="b2">überlegen sein</b>, τινός, Einem, ὅσσον περιγιγνόμεθ' ἄλλων, Od. 8, 102; u. mit dem dat. der Sache, [[μήτι]], an Klugheit, [[ἡνίοχος]] περιγίγνεται ἡνιόχοιο, Il. 23, 318; absolut, Her. 1, 214. 6, 109; π ολυτροπίῃ τοῦ βασιλῆος περιγενέσθαι, 2, 121, 5, wie 1, 207 u. sonst; auch c. acc. der Person, τοὺς Ἕλληνας, 9, 2, zw.; περιγενόμενοι τῇ μάχῃ, Thuc. 8, 16; Plat. vrbdt περιγίγνεσθαι καὶ πλεονεκτεῖν τῶν ἐχθρῶν, Rep. II, 362 b; τινός, Prot. 343 c; τῷ πολέμῳ, Menez. 242 e; τάχει τοσοῦτον περιεγένου αὐτοῦ, Xen. Cyr. 3, 1, 19 u. öfter; Pol. u. a. Sp. – 2) <b class="b2">übrigseinod</b>. blei den, am Leben bleiben, überleben; absolut, Her. 1, 122; συλλαβὼν τῆς στρατιῆς τοὺς περιγινομένο υς, 5, 46; auch αἱ [[νῆες]] περιεγεγόνεσαν, 8, 93, die Schiffe waren übrig geblieben, gerettet; u. c. gen., περιεγένετο τούτο υ τοῦ πάθεος, er überlebte, rettete sich aus dieser Niederlage, 5, 46; συγκατοικίσαι δὲ καὶ Λεοντίνους, ἤν τι περιγίγνηται αὐτοῖς τοῦ πολέμο υ, Thuc. 6, 8; ἐκ τῶν μεγίστων, 2, 49; ἐὰν περιγίγνηταί τις τῶν υἱέων αὐτῷ, Plat. Legg. XI, 923 c; τῆς δίκης, davonkommen, Legg. X, 905 a; dah. als Ergebniß wovon übrig bleiben, τὰ περιγιγνόμενα τῇ πόλει ἀπονέμων, Legg. V, 745 a; περιεγένετο, ὥςτε [[καλῶς]] ἔχειν, es kam dahin, hatte solchen Ausgang, lief Alles gut ab, Xen. An. 5, 8, 26; vgl. περιγίγνεται ἡμῖν τοῖς μέλλουσιν ἀλγεινοῖς μὴ προκάμνειν, Thuc. 2, 39; ἡ ἐκ τῆς ἱστορίας περιγιγνομένη [[ἐμπειρία]], die sich aus der Geschichte ergiebt, Pol. 1, 35, 9; ἐκ φιλοσοφίας ἔφησεν αὑτῷ περιγεγονέναι τὸ μηδὲν θα υμάζειν, Plut. de audit. 8 A.; τὰ ἐκ τῆς ἀναιο χυντίας περιγιγνόμενα, Luc. Pseudol. 30.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0571.png Seite 571]] ion. u. spätere Form -[[γίνομαι]] (s. [[γίγνομαι]]), – 1) darüber werden, -kommen, <b class="b2">überlegen sein</b>, τινός, Einem, ὅσσον περιγιγνόμεθ' ἄλλων, Od. 8, 102; u. mit dem dat. der Sache, [[μήτι]], an Klugheit, [[ἡνίοχος]] περιγίγνεται ἡνιόχοιο, Il. 23, 318; absolut, Her. 1, 214. 6, 109; π ολυτροπίῃ τοῦ βασιλῆος περιγενέσθαι, 2, 121, 5, wie 1, 207 u. sonst; auch c. acc. der Person, τοὺς Ἕλληνας, 9, 2, zw.; περιγενόμενοι τῇ μάχῃ, Thuc. 8, 16; Plat. vrbdt περιγίγνεσθαι καὶ πλεονεκτεῖν τῶν ἐχθρῶν, Rep. II, 362 b; τινός, Prot. 343 c; τῷ πολέμῳ, Menez. 242 e; τάχει τοσοῦτον περιεγένου αὐτοῦ, Xen. Cyr. 3, 1, 19 u. öfter; Pol. u. a. Sp. – 2) <b class="b2">übrigseinod</b>. blei den, am Leben bleiben, überleben; absolut, Her. 1, 122; συλλαβὼν τῆς στρατιῆς τοὺς περιγινομένο υς, 5, 46; auch αἱ [[νῆες]] περιεγεγόνεσαν, 8, 93, die Schiffe waren übrig geblieben, gerettet; u. c. gen., περιεγένετο τούτο υ τοῦ πάθεος, er überlebte, rettete sich aus dieser Niederlage, 5, 46; συγκατοικίσαι δὲ καὶ Λεοντίνους, ἤν τι περιγίγνηται αὐτοῖς τοῦ πολέμο υ, Thuc. 6, 8; ἐκ τῶν μεγίστων, 2, 49; ἐὰν περιγίγνηταί τις τῶν υἱέων αὐτῷ, Plat. Legg. XI, 923 c; τῆς δίκης, davonkommen, Legg. X, 905 a; dah. als Ergebniß wovon übrig bleiben, τὰ περιγιγνόμενα τῇ πόλει ἀπονέμων, Legg. V, 745 a; περιεγένετο, ὥςτε [[καλῶς]] ἔχειν, es kam dahin, hatte solchen Ausgang, lief Alles gut ab, Xen. An. 5, 8, 26; vgl. περιγίγνεται ἡμῖν τοῖς μέλλουσιν ἀλγεινοῖς μὴ προκάμνειν, Thuc. 2, 39; ἡ ἐκ τῆς ἱστορίας περιγιγνομένη [[ἐμπειρία]], die sich aus der Geschichte ergiebt, Pol. 1, 35, 9; ἐκ φιλοσοφίας ἔφησεν αὑτῷ περιγεγονέναι τὸ μηδὲν θα υμάζειν, Plut. de audit. 8 A.; τὰ ἐκ τῆς ἀναιο χυντίας περιγιγνόμενα, Luc. Pseudol. 30.
}}
{{ls
|lstext='''περιγίγνομαι''': Ἰων. καὶ μεταγεν. –[[γίνομαι]] [ῑ]· μέλλ. –γενήσομαι· ἀόρ. –εγενόμην· πρκμ. –[[γέγονα]]. Ὑπερέχω, [[ὑπερισχύω]], νικῶ, ὑπερτερῶ. ― Πλήρης [[αὐτοῦ]] [[σύνταξις]] [[εἶναι]] ἡ [[μετὰ]] γεν. προσ. καὶ δοτ. πραγμ., [[μήτι]] δ’ [[ἡνίοχος]] περιγίγνεται ἡνιόχοιο Ἰλ. Ψ. 318· ὅσσον περιγιγνόμεθ’ ἄλλων πύξ τε παλαισμοσύνῃ τε Ὀδ. Θ. 102, πρβλ. 252· π. τινος πολυτροπίῃ Ἡρόδ. 2. 121, 5, πρβλ. Θουκ. 1. 55· τοσοῦτον π. τινος τάχει Ξεν. Κύρ. 3. 1, 19· τῶν χρημάτων τῶν ἐν Δελφοῖς π. ταῖς ἐν τῶν ἰδίων δαπάναις Ἰσοκρ. 93Β· ― [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. πράγμ., ὅσα... περιγίγνοιντο ἐμοῦ Δημ. 306. 10· π. τὰ [[Ὀλύμπια]] Πλούτ. 2. 242Α· ― μόνον [[μετὰ]] γεν. προσ., Ἡρόδ. 1. 207, Ἀριστοφ. Σφ. 604, Πλάτ., κλ.· ― παρ’ Ἡροδ. 9. 2, μετ’ αἰτ. προσ., κατὰ τὸ ἰσχυρὸν Ἕλληνας... π., ἴδε Schweigh· ― ἀπολ., εἶμαι [[ὑπέρτερος]], ἐπικρατῶ, Ἡρόδ. 6. 109, Θουκ. 8. 104· ― π. [[πρός]] τινα ἢ [[πρός]] τι Θουκ. 1. 69., 5. 111. 2) ἐπὶ πραγμάτων, ἤν τι περιγένηταί σφι τοῦ πολέμου, ἐὰν λάβωσιν οἱανδήποτε ὠφέλειαν ἐκ τοῦ πολέμου, ὁ αὐτ. 6. 8· περιγίγνεται ὑμῖν [[πλῆθος]] νεῶν, ὑπερέχετε κατὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν πλοίων, 2. 87· π. ἡμῖν τὸ μὴ προκάμνειν, ἔχομεν τὸ [[πλεονέκτημα]] νὰ μὴ κουραζώμεθα [[προηγουμένως]], δηλ. πρὶν ἔλθωμεν εἰς τὰ δεινά..., 2. 39· ― ἡ [[σημασία]] αὕτη προσεγγίζει πολὺ πρὸς τὴν ΙΙ. 3, ἴδε Arnold εἰς 2. 39. ΙΙ. ἐπιζῶ, διασώζομαι, [[διαφεύγω]], Λατ. salvus evadere, Ἡρόδ. 1. 82, 122, κτλ., Θουκ. 4. 27, κτλ.· οἱ περιγενόμενοι, οἱ ἐπιζήσαντες, Ἡρόδ. 5. 64, κτλ.· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν. πράγμ., περιεγένετο τούτου τοῦ πάθεος, ἐπέζησε, διέφυγε τοῦτον τὸν ὄλεθρον, [[αὐτόθι]] 46· π. τῆς δίκης Πλάτ. Νόμ. 905Α· οὕτω, π. ἐκ τῶν μεγίστων Θουκ. 2. 49. 2) ἐπὶ πραγμάτων, [[περισσεύω]], Ἀριστοφ. Πλοῦτ. 554, Λυσίας 185. 9· τάλαντα ἃ περιεγένοντο τῶν φόρων, τὸ ὑπόλοιπον ἐκ τοῦ φόρου, τὸ [[περίσσευμα]], Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 8· τὸ περιγιγνόμενον ἐκ τῶν φόρων [[ἀργύριον]] Ἰσοκρ. 175Β, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 742Β· τὰ περιγινόμενα, τὰ εἰσοδήματα, Ἀρρ. Ἀνάβ. 7. 17, 4. 3) ἐπὶ πραγμάτων [[ὡσαύτως]], [[μένω]] ὡς [[κέρδος]] ἢ ὡς [[ἀποτέλεσμα]], ἐκ τῶν μεγίστων κινδύνων καὶ πόλει καὶ ἰδιώτῃ μέγισται τιμαὶ π. Θουκ. 1. 144· ἀμαχεὶ π. τινί τι ὁ αὐτ. 4. 73· τί αὐτῷ περιγέγονεν ἐκ τῆς φιλοσοφίας ; Ἀρίστιππ. παρὰ Διογ. Λ. 2. 68· περιεγένετο [[ὥστε]] [[καλῶς]] ἔχειν Ξεν. Ἀν. 5. 8, 26· τούτου... περιγίγνεσθαι μέλλοντος, παθεῖν τι κακὸν Δημ. 31. 24· ἐκ τούτων περιγίγνεταί τι ὁ αὐτ. 102 ἐν τέλ.· τοῖς μὲν... πεισθεῖσιν ἡ [[σωτηρία]] περιεγένετο, εἰς τοὺς πεισθέντας ἡ [[σωτηρία]] ἧτο τὸ [[ἀποτέλεσμα]], 252. 12· περίεστι δέ μοι [[ταῦτα]] οἷα τοῖς κακόν τι νοοῦσιν ὑμῖν περιγένοιτο 1483. 18· ἀηδὴς [[δόξα]] τῇ πόλει παρὰ τοῖς πολλοῖς π. 1433. 24. ― Πρβλ. [[περίειμι]] ἀπ’ ἀρχῆς [[μέχρι]] τέλους.
}}
}}