3,274,216
edits
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''γυμνασίαρχος''': ὁ, ὁ πληρῶν τὰ χρέη μιᾶς τῶν λειτουργιῶν ἢ δημοσίων ὑποχρεώσεων ἐν Ἀθήναις, ἔχων τὴν διεύθυνσιν τῆς παλαίστρας καὶ πληρώνων τοὺς προγυμναστὰς ἢ τῆς γυμναστικῆς διδασκάλους, Ἀνδοκ. 17. 20, Δημ. 940. 13, κτλ. Ἐξελέγετο δὲ ὑπὸ τῆς φυλῆς του δι᾿ ὡρισμένον χρόνο, B öckh Ath. St. 2. 216, Wolf Lept. σ. XCII. 2) [[διδάσκαλος]] τῆς γυμναστικῆς ἰδίως ἐν Σπάρτῃ, Συλλ. Ἐπιγρ. 1326, 1349, κ. ἀλλ., πρβλ. Böckh σ. 611. | |lstext='''γυμνασίαρχος''': ὁ, ὁ πληρῶν τὰ χρέη μιᾶς τῶν λειτουργιῶν ἢ δημοσίων ὑποχρεώσεων ἐν Ἀθήναις, ἔχων τὴν διεύθυνσιν τῆς παλαίστρας καὶ πληρώνων τοὺς προγυμναστὰς ἢ τῆς γυμναστικῆς διδασκάλους, Ἀνδοκ. 17. 20, Δημ. 940. 13, κτλ. Ἐξελέγετο δὲ ὑπὸ τῆς φυλῆς του δι᾿ ὡρισμένον χρόνο, B öckh Ath. St. 2. 216, Wolf Lept. σ. XCII. 2) [[διδάσκαλος]] τῆς γυμναστικῆς ἰδίως ἐν Σπάρτῃ, Συλλ. Ἐπιγρ. 1326, 1349, κ. ἀλλ., πρβλ. Böckh σ. 611. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />gymnasiarque, <i>citoyen d’Athènes élu par sa tribu et chargé de subvenir aux frais d’entretien des gymnases, d’assurer le service des jeux gymniques pour les fêtes et cérémonies et de contrôler le bon fonctionnement des gymnases</i>.<br />'''Étymologie:''' [[γυμνάσιον]], [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |