προεισάγω: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_3)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προεισάγω''': [ᾰ], Ἰων. προεσ-, [[εἰσάγω]] [[προηγουμένως]] ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― [[εἰσάγω]] ἢ [[περιγράφω]] πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ [[πώποτε]] παρῆκεν [[ἑαυτοῦ]] προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.
|lstext='''προεισάγω''': [ᾰ], Ἰων. προεσ-, [[εἰσάγω]] [[προηγουμένως]] ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― [[εἰσάγω]] ἢ [[περιγράφω]] πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ [[πώποτε]] παρῆκεν [[ἑαυτοῦ]] προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> introduire auparavant, exposer d’abord;<br /><b>2</b> introduire de préférence : [[τί]] τινος une chose avant une autre;<br /><i><b>Moy.</b></i> προεισάγομαι introduire pour son usage, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[εἰσάγω]].
}}
}}