3,277,285
edits
(6_1) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μελεδαίνω''': ([[μέλω]]) ἐπιμελοῦμαι, [[φροντίζω]], μεριμνῶ [[περί]] τινος, [[μετὰ]] γεν., πενίης θυμοφθόρου οὐ μελεδαίνων Θέογν. 1129· [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ., Ἀρχίλ. 7, Θεόκρ. 10. 52, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 8 (Böchk σ. 20)· [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ., γῆμαι κακὴν οὐ μελεδαίνει ἐσθλὸς [[ἀνήρ]], ἢν οἱ χρήματα πολλὰ διδῷ Θέογν. 185 οὕτω Λατ. non curare, = detrectare. ΙΙ. [[φροντίζω]] [[περί]] τινος, περιποιοῦμαί τινα, ὡς τὸ [[θεραπεύω]], τοὺς νοσέοντας... μελδαίνειν τε καὶ τρέφειν Ἡρόδ. 8. 115 πρβλ. Ἱππ. 598. 26. | |lstext='''μελεδαίνω''': ([[μέλω]]) ἐπιμελοῦμαι, [[φροντίζω]], μεριμνῶ [[περί]] τινος, [[μετὰ]] γεν., πενίης θυμοφθόρου οὐ μελεδαίνων Θέογν. 1129· [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ., Ἀρχίλ. 7, Θεόκρ. 10. 52, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 8 (Böchk σ. 20)· [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ., γῆμαι κακὴν οὐ μελεδαίνει ἐσθλὸς [[ἀνήρ]], ἢν οἱ χρήματα πολλὰ διδῷ Θέογν. 185 οὕτω Λατ. non curare, = detrectare. ΙΙ. [[φροντίζω]] [[περί]] τινος, περιποιοῦμαί τινα, ὡς τὸ [[θεραπεύω]], τοὺς νοσέοντας... μελδαίνειν τε καὶ τρέφειν Ἡρόδ. 8. 115 πρβλ. Ἱππ. 598. 26. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> s’inquiéter, se préoccuper : τινός, de qch ; τινά, de qqn;<br /><b>2</b> prendre soin de, soigner : τινά, qqn.<br />'''Étymologie:''' μελέδη. | |||
}} | }} |