διαμηρυκάομαι: Difference between revisions

From LSJ

οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me

Source
(6_5)
 
(big3_11)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαμηρυκάομαι''': ἀποθ., ἀναμασῶ τὴν τροφήν, ἀναμασῶ, [[ἐπαναλαμβάνω]], δ. τὰ ῥήματα Ἰω. Χρυσ.
|lstext='''διαμηρυκάομαι''': ἀποθ., ἀναμασῶ τὴν τροφήν, ἀναμασῶ, [[ἐπαναλαμβάνω]], δ. τὰ ῥήματα Ἰω. Χρυσ.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> διαμαρ- Chrys.M.53.45<br />[[rumiar]] fig. τὰ ῥήματα Chrys.l.c., διαμηρυκώμενον como interpr. del n. hebr. <i>Taam</i>, Origenes M.12.117C.
}}
}}

Latest revision as of 12:05, 21 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

διαμηρυκάομαι: ἀποθ., ἀναμασῶ τὴν τροφήν, ἀναμασῶ, ἐπαναλαμβάνω, δ. τὰ ῥήματα Ἰω. Χρυσ.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): διαμαρ- Chrys.M.53.45
rumiar fig. τὰ ῥήματα Chrys.l.c., διαμηρυκώμενον como interpr. del n. hebr. Taam, Origenes M.12.117C.