διόφθαλμος: Difference between revisions
From LSJ
Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
(6_16) |
(big3_12) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διόφθαλμος''': -ον, δύο πηγὰς ὕδατος ἔχων, [[διόφθαλμος]] μυλὼν Χρυσόβουλ. Ἀνδρονίκου ἐν Μεσ. Βιβλ. Σάθ. τ. Α΄, σ. 216 (Λεξ. Κουμ.). | |lstext='''διόφθαλμος''': -ον, δύο πηγὰς ὕδατος ἔχων, [[διόφθαλμος]] μυλὼν Χρυσόβουλ. Ἀνδρονίκου ἐν Μεσ. Βιβλ. Σάθ. τ. Α΄, σ. 216 (Λεξ. Κουμ.). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[de dos ojos]]del Cíclope antes de perder uno, Porph.<i>ad Od</i>.86.12. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:25, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
διόφθαλμος: -ον, δύο πηγὰς ὕδατος ἔχων, διόφθαλμος μυλὼν Χρυσόβουλ. Ἀνδρονίκου ἐν Μεσ. Βιβλ. Σάθ. τ. Α΄, σ. 216 (Λεξ. Κουμ.).
Spanish (DGE)
-ον
de dos ojosdel Cíclope antes de perder uno, Porph.ad Od.86.12.