λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
εὔκλωνος, -ον (Α)
αυτός που έχει ωραίους κλώνους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -κλωνος (< κλων «κλαδί»), πρβλ. μονό-κλωνος, πολύ-κλωνος].