ηλίανθος

Revision as of 09:35, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ο
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην τάξη αστερώδη, οικογένεια σύνθετα, κν. ήλιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. helianthus < heli- (πρβλ. ήλιο-) + -anthus (πρβλ. άνθος)].