[ᾰ], ερος, ὁ, ἡ,
A = φιλοπάτωρ, Sammelb.343.14.
-ερος, ὁ, ἡ, Αφιλοπάτωρ.[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + -πάτηρ (< πατήρ), πρβλ. ὁμο-πάτηρ].