ηζωολ. γένος λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας coleophoridae.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. coleophora (< coleo- < κολεόν) + -phora (πρβλ. -φόρα, πληθ. του -φόρος < φέρω)].