ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father
και κουσκούτη, η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών της οικογένειας κουσκουτίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cuscuta < νεολατ. cuscuta < αραβ. kushūth, kashūta, kashūtha].