μορφοφανής

From LSJ
Revision as of 15:29, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source

Greek (Liddell-Scott)

μορφοφᾰνής: -ές, ὁ κατὰ τὴν μορφὴν (τὸ σχῆμα) φαινόμενος, Ἀνθ. Π. 1. 88.

Greek Monolingual

μορφοφανής, -ές (Α)
αυτός που φαίνεται, που είναι εμφανής μόνο κατά τη μορφή του, κατά το σχήμα του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μορφή + -φανής (< φαίνομαι), πρβλ. μονο-φανής].