ολόγυμνος
From LSJ
Λογισμός ἐστι φάρμακον λύπης μόνος → Ratio remedium est unum maestitudinis → Vernunft allein heilt Menschen von der Traurigkeit
Greek Monolingual
ολόγυμνος και ολόγδυμνος, -η, -ο (ΑΜ ὁλόγυμνος, -ον)
εντελώς γυμνός, κατάγυμνος.
Λογισμός ἐστι φάρμακον λύπης μόνος → Ratio remedium est unum maestitudinis → Vernunft allein heilt Menschen von der Traurigkeit
ολόγυμνος και ολόγδυμνος, -η, -ο (ΑΜ ὁλόγυμνος, -ον)
εντελώς γυμνός, κατάγυμνος.