οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me
ὀρθοπόδης, ὁ (Α)ὀρθόπους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο)- + -πόδης (< πούς, ποδός), πρβλ. βλαισοπόδης].