αεριοφωτισμός

From LSJ
Revision as of 22:30, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ῥᾷον βίον ζῇς, ἢν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Vivas facilius, coniugem si non alas → Dann lebst du leichter, wenn du keine Frau ernährst

Menander, Monostichoi, 468

Greek Monolingual

ο
φωτισμός με φωταέριο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αεριο + φωτισμός
απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. gas-lighting].