τηλέφαντον κυανέας χθονὸς ἄστρον → far-shining star of the blue land
SourceFrench (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
achat de chevaux, remonte.
Étymologie: ἱππωνέω.
Greek Monotonic
ἱππωνεία: ἡ, αγορά αλόγων, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
ἱππωνεία: ἡ покупка лошадей Xen.