Μὴ κρῖν' ὁρῶν τὸ κάλλος, ἀλλὰ τὸν τρόπον → Mores in arbitrando, non faciem vide → Nach dem Charakter, nicht nach Schönheit urteile
pf. Act. de αἱρέω.
ᾕρηκα: -ημαι, Ενεργ. και Παθ. παρακ. του αἱρέω· ᾕρηντο, γʹ πληθ. υπερσ.
ᾕρηκα: pf. к αἱρέω.