ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
3ᵉ pl. prés. opt. épq. de τρυγάω.
τρῠγόῳεν: Επικ. αντί τρυγῶεν, γʹ πληθ. ευκτ. του τρυγάω.
τρυγόῳεν: эп. (= τρυγῷεν) 3 л. pl. opt. к τρυγάω.