Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'
ἀρχέτῠπον: τό, αρχέτυπο, πρότυπο, υπόδειγμα, σε Ανθ.· σύμβολο της σφραγίδας, σε Λουκ.
ἀρχέτῠπον: τό1) архетип, прообраз Diod., Plut.;2) образец Luc.