Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
τέτραμος
Revision as of 10:39, 24 August 2022 by Spiros(talk | contribs)(Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
ὁ, Α τρόμος. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδατραμ- του θ. τρεμ- του ρ. τρέμω και εμφανίζει επιτατικό αναδιπλασιασμό τε- (πρβλ.τέ-τανος)].
Frisk Etymology German
τέτραμος: -μαίνω {tétramos} See also: s. τρέμω. Page 2,885