batter

From LSJ
Revision as of 09:22, 21 July 2017 by Spiros (talk | contribs) (CSV3)

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97

English > Greek (Woodhouse)

woodhouse 65.jpg

v. trans.

Strike: P. and V. κρούειν, κόπτειν, συγκόπτειν (Eur., Cycl.), Ar. and V. παίειν (rare P.), ἀράσσειν, θείνειν.

Break: P. and V. ῥηγνύναι, καταρρηγνύναι, ἀπορρηγνύναι, καταγνύναι, συντρίβειν (Eur., Cycl.), Ar. and V. θραύειν (rare P.), V. συνθραύειν, συναράσσειν.

Batter down: P. and V. ἀνατρέπειν, κατασκάπτειν, P. κατασείειν, V. ἐρείπειν.