Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
subs.
P. and V. βίβλος, ἡ, P. σύγγραμμα, τό, συγγραφή, ἡ, Ar. and P. βιβλίον, τό, V. πτυχαί βίβλων, αἱ.
Division of a work: P. λόγος, ὁ.