ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ → how graceful is man when he is really a man | what a fine thing a human is, when truly human
adv.
P. καταφρονητικῶς, μεγαλοφρόνως, ὑπερηφάνως, ὀλιγώρως, V. ὑπερκόπως, ὑψικόμπως.