ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως → trustworthy guarantor for the money
v. trans.
P. ἀπολαμβάνειν, διαλαμβάνειν, Ar. and P. περιλαμβάνειν. Wishing to have a chance of intercepting their passage: P. αὐτοὺς βουλόμενοι ἀποκλῄσεσθαι τῆς διαβάσεως (Thuc. 6, 101).