Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
subs.
P. and V. κοινωνία, ἡ. Partnership in: P. and V. κοινωνία, ἡ (gen.), Ar. and P. μετουσία, ἡ (gen.).