ίδος, ἡ, = θρυμματίς, Antiph.90.
(διαθρυμμᾰτίς) -ίδος, ἡun tipo de pastel Σικελῶν δὲ τέχναις ἡδυνθεῖσαι δαιτὸς διαθρυμματίδες Antiph.90.
διαθρυμματίς: -ίδος, ἡ, = θρυμματίς, Ἀντιφ. Δυσπρατ. 2.