μιξοφρύγιος

Revision as of 21:27, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

English (LSJ)

[ῠ], ον<, half-Phrygian, of dialect, Xanth.8; πολίχναι Str.13.4.13.

German (Pape)

[Seite 189] gemischt-, halb phrygisch, Strab. XII, 572.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
à moitié phrygien.
Étymologie: μίγνυμι, Φρυγία.

Greek (Liddell-Scott)

μιξοφρύγιος: [ῠ], -ον κατὰ τὸ ἥμισυ Φρύγιος, ἐπὶ τῆς φρυγικῆς διαλέκτου, ἴδε μιξολύδιος. - Ἐπὶ ἁρμονίας, μιξοφρύγιος ἁρμονία Κλήμ. Ἀλ. Ι, 789Α.

Greek Monolingual

μιξοφρύγιος και μειξοφρύγιος, -ον (Α)
(για διάλεκτο) αυτή που περιέχει φρυγικά στοιχεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μ(ε)ιξ(ο)- του μίγνυμι/ μείγνυμι + φρύγιος (< Φρυγία)].

Greek Monotonic

μιξοφρύγιος: [ῠ], -ον, κατά το ήμισυ φρυγικός, ως προς τη διάλεκτο ή τη μουσική, σε Στράβ.

Middle Liddell

μιξο-φρῠ́γιος, ον
half-Phrygian, Strab.