ὀνειρόμαντις
English (LSJ)
εως, ὁ, ἡ, interpreter of dreams, A. Ch.33 (lyr.), Magn.4.
German (Pape)
[Seite 346] aus Träumen wahrsagend, der Traumdeuter, Aesch. Ch. 33.
French (Bailly abrégé)
εως (ὁ) :
celui qui prédit l'avenir d’après les songes.
Étymologie: ὄνειρος, μάντις.
Greek (Liddell-Scott)
ὀνειρόμαντις: -εως, ὁ, ἡ, ὁ ἐκ τῶν ὀνείρων μαντευόμενος, ὀνειροκρίτης, Αἰσχύλ. Χο 33, Μάγνης ἐν «Λυδοῖς» 2. - ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.
Spanish
Greek Monotonic
ὀνειρόμαντις: -εως, ὁ, ἡ, ερμηνευτής ονείρων, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
ὀνειρόμαντις: εως ὁ прорицатель по сновидениям, снотолкователь Aesch.
Middle Liddell
ὀνειρό-μαντις, εως,
an interpreter of dreams, Aesch.