few
From LSJ
Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
English > Greek (Woodhouse)
adjective
P. and V. ὀλίγος, Ar. and V. παῦρος, βαιός.
in a few words: P. βραχέως, δι' ὀλίγων, ἐν βραχέσι, διὰ βραχέων, P. and V. ἐν βραχεῖ, συντόμως, V. βραχεῖ μύθῳ.