δικαστύς
English (LSJ)
ύος, ἡ,
A judgement, Μίνως . . δικαστύας ἔξοχα κρίνων Epigr. in Abh.Berl.Akad.1909.62.
Spanish (DGE)
(δῐκαστύς) -ύος, ἡ
juicio Μίνως ἐν θνατοῖσι δικαστύας ἔξοχα κρείνων GVI 1154.13 (Samos II/I a.C.).
ύος, ἡ,
A judgement, Μίνως . . δικαστύας ἔξοχα κρίνων Epigr. in Abh.Berl.Akad.1909.62.
(δῐκαστύς) -ύος, ἡ
juicio Μίνως ἐν θνατοῖσι δικαστύας ἔξοχα κρείνων GVI 1154.13 (Samos II/I a.C.).