ἁλουργοβαφής
From LSJ
ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται → all the wealth that Meidias retains for private luxury and superfluous display
German (Pape)
[Seite 109] ές, mit Purpur gefärbt, Clem. Al.
Greek (Liddell-Scott)
ἁλουργοβαφής: -ές, πορφυροβαφής, Κλήμ. Ἀλεξ. 235.