αἵματος ῥυέντος ἐκχλοιοῦνται → when the blood runs, they turn pale
[Seite 288] unperiodisch, λἐξις D. Hal. C. V. c. 23.
ἀπερίοδος: -ον, ὁ μὴ ἔχων περίοδον, ἀπερίοδον… λέξιν Διον. Ἁλ. περὶ Συνθέσ. 126.