Μὴ σπεῦδ', ἃ μὴ δεῖ, μηδ', ἃ δεῖ, σπεύδειν μένε → Ne agas celeria tarde, aut tarda celeriter → Unnötiges tu nicht, was nötig ist, tu gleich
[Seite 808] vermitteln, Clem. Al.
ἐμμεσῑτεύω: κατορθῶ τι διὰ μεσιτείας, Κλήμ. Ἀλ. 862.