ἐμμενητικός
From LSJ
Ἡ πατρίς, ὡς ἔοικε, φίλτατον βροτοῖς → Homini, ut videtur, patria res dulcissima est → Die Heimat ist der Menschen Liebstes, wie es scheint
German (Pape)
[Seite 808] = ἐμμενετικός, Plat. def. 412 b νόμου; – Sp. – Adv., D. L. 7, 126.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμμενητικός: -ή, -όν, μεταγ. τύπος ἀντὶ -νετικός, Πλάτ. Ὅροι 412Β. - Ἐπίρρ. ἐμμενετικῶς Διογ. Λ. 7. 126.