ή, όν,
A to be sung, used in singing, Plu.2.389f, etc.
[Seite 129] gesungen, sangbar, Plut. de ει ap. Delph. 10.
μελῳδητός: -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ μελῳδήσῃ, εὔχρηστος ἐν τῇ μελῳδία, Πλούτ. 2. 389F, κτλ.