σμικρὰ ὀνείρατα λέλειπται → faint and shadowy traces remain, small vestiges remain
SourceGreek (Liddell-Scott)
ἀδμενίδες: «δοῦλαι», Ἐτυμ. Μ., ὁ δὲ Ζωναρᾶς ἐν τῇ λέξει λέγει, «ἀδμενίδες, αἱ δοῦλαι· οἶμαι δέ, ὅτι ἀδμωλίδες θέλει γράφεσθαι.»
Spanish (DGE)
-ων, αἱ
esclavas, EMα 269.
• Etimología: Rel. ἀτμήν ‘esclavo’; tal vez pregriego.