ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
κερκάς: -άδος, ἡ· «κρὲξ τὸ ὄρνεον» Ἡσύχ.
κερκάς, -άδος, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κρὲξ τὸ ὄρνεον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται πιθ. με το κρέξ].