A make quite calm, τὰ πρόσωπα Ar.Eq.646.
διαγᾰληνίζω: κάμνω τι ὅλως γαλήνιον, τὰ πρόσωπα Ἀριστοφ. Ἱππ. 646.
rasséréner (le visage).Étymologie: διά, γαλήνη.