ἡ πολιτευομένη τῆς ἀρτάβης τιμή → customary price of artaba
ὠκᾰλέος: -η, -ον, = ὠκύς, «ὠκαλέον· ταχύ, ὀξὺ» Ἡσύχ.· πιθ. Ἐπικ. τύπος.
= ὠκύς, Hesych.